ατύχημα

ατύχημα
Όρος ο οποίος στο ιατρικό-νομικό λεξιλόγιο σημαίνει κάθε ακούσιο και απροσδόκητο αποτέλεσμα στον ανθρώπινο οργανισμό. Η συγκριτική μελέτη των διαθέσιμων στοιχείων για τα ποσοστά θνησιμότητας εξαιτίας α. σε 42 χώρες επιτρέπει τη διαπίστωση ότι τα υψηλότερα ποσοστά συναντιούνται στις περισσότερο αναπτυγμένες από οικονομική και κοινωνική άποψη χώρες. Η πρόοδος, ευνοώντας τη μηχανοποίηση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, τόσο στην εργασία όσο και στην ιδιωτική ζωή, εκθέτει το άτομο σε μεγαλύτερο κίνδυνο α. Σε μερικές όμως χώρες, παρά τη βιομηχανική ανάπτυξη και την αυξημένη συχνότητα μετακίνησης των προσώπων, παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη μείωση των α., που αποδίδεται στα κάθε είδους προληπτικά μέτρα (νομοθετικά μέτρα, επινοήσεις της τεχνικής, υγειονομικός έλεγχος, εκπαίδευση και προπαγάνδα κλπ.). Η θνησιμότητα από οδικά α. είναι ιδιαίτερα υψηλή σε όλες τις οικονομικά προηγμένες χώρες, στις οποίες το οδικό α. είναι η κυριότερη αιτία θανάτου για τα άτομα 15-24 ετών. Μία πολύ σημαντική κατηγορία α. είναι τέλος τα εργατικά α. Για να σχηματίσουμε μία ιδέα για την κοινωνική σπουδαιότητα και την οικονομική σημασία αυτού του φαινομένου, αρκεί να αναφέρουμε ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες χάνονται κάθε χρόνο από α. εκατομμύρια εργατικών ημερών με οικονομική ζημιά εκατομμυρίων δολαρίων. Στα τελευταία χρόνια η πορεία των εργατικών α. σημείωσε δυστυχώς σε πολυάριθμες χώρες αξιοσημείωτη άνοδο, που προκλήθηκε από διάφορους παράγοντες, ανάμεσα στους οποίους πρέπει να μνημονευτούν κατά πρώτο λόγο η βιομηχανική ανάπτυξη και η μεταφορά σημαντικών κατηγοριών εργαζομένων από βιομηχανίες με μικρούς κινδύνους, όπως η υφαντουργία, σε περισσότερο επικίνδυνες βιομηχανίες, όπως η μηχανουργία. Σε αντιστάθμισμα, χάρη στα προληπτικά μέτρα, πραγματοποιήθηκε σημαντική μείωση του συνολικού ύψους θνησιμότητας από α. Αφίσες των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων για την πρόληψη των ατυχημάτων, ιδίως των εργατικών, σε διάφορες χώρες. Πάνω σειρά, από αριστερά προς τα δεξιά: Μεγάλη Βρετανία, πρώην Δυτική Γερμανία, Καναδάς, πρώην Σοβιετική Ένωση, Γαλλία· κάτω σειρά, και από αριστερά προς τα δεξιά: Ιρλανδία, Ιταλία, Ισραήλ, Βουλγαρία και Ισπανία. Η πρώτη αφίσα για εργατικά ατυχήματα που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα (φωτ. από έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).
* * *
το (AM ἀτύχημα) [ατυχής]
δυστύχημα, δυσάρεστο γεγονός
αρχ.
1. σφάλμα ή παράπτωμα που έγινε από άγνοια, σε αντίθεση με το αδίκημα
2. σωματικό ελάττωμα
3. (ευφημιστικά) έγκλημα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἀτύχημα — misfortune neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ατύχημα — το, ατος δυσάρεστο τυχαίο γεγονός, δυστύχημα, αναποδιά: Στη ζωή του είχε πολλά ατυχήματα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τἀτύχημ' — ἀτύχημα , ἀτύχημα misfortune neut nom/voc/acc sg ἀ̱τύχημαι , ἀτυχέω to be unfortunate perf ind mp 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τἀτύχημα — ἀτύχημα , ἀτύχημα misfortune neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτύχημ' — ἀτύχημα , ἀτύχημα misfortune neut nom/voc/acc sg ἀ̱τύχημαι , ἀτυχέω to be unfortunate perf ind mp 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτυχημάτων — ἀτύχημα misfortune neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτυχήμασι — ἀτύχημα misfortune neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτυχήμασιν — ἀτύχημα misfortune neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτυχήματα — ἀτύχημα misfortune neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτυχήματι — ἀτύχημα misfortune neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”